Για αυτούς που από έρωτα εκπέσανε…

«Ο 25χρονος, κατά την προσαγωγή του στο Δικαστικό Μέγαρο Μυτιλήνης, εμφανίστηκε εμφανώς μετανιωμένος αφού έκλαιγε συνεχώς αντιλαμβανόμενος το μεγάλο κακό που είχε διαπράξει από την υπερβολική του αγάπη […]» [απόσπασμα από την εφημερίδα: Καθημερινή]
 
Τα βλέμματα στραμμένα στην Μυτιλήνη όπου η υπερβολική αγάπη (;) για ακόμη μια φορά κατάφερε να οπλίσει το χέρι ενός ακόμα βαθιά πληγωμένου άντρα. Μια πράξη, που όπως και στο παρελθόν, θα ανοίξει βραχύχρονα τον ασκό του Αιόλου και θα εγείρει συζητήσεις ποικίλης ύλης για τα ρομαντικά κίνητρα του «δράστη». Θα ξεχαστεί μέχρι και την επόμενη φορά που τα βέλη, ή ίσως και οι σφαίρες, του παθιασμένου έρωτα διαπεράσουν το κορμί κάποιας ακόμα γυναίκας. 

Σε αυτό το σημείο επιτρέψτε μας να σκιαγραφήσουμε μια οδυνηρή παρεξήγηση.

 

Πίσω από κάθε τι που εν τέλει πραγματώνεται με την μορφή της σκέψης ή της πράξης κρύβεται, ακόμα και ασυνείδητα, κάποιο αίτιο, κάποια ανάγκη. Ο έρωτας ως κατάσταση είναι μια ανάγκη που προέκυψε ως έχει μέσα από εξελικτικές διεργασίες της ίδιας της φύσης, χαρτογραφείται μέσα στο γενετικό μας κώδικά ως τέτοια και αναπαράγεται ως ένστικτο. Θα ήταν αφελές παρόλα αυτά να μιλήσουμε για το ένστικτό αυτό καθ’ αυτό ακόμα και αν μας παραπλανάει το γεγονός ότι όλοι έχουμε νιώσει να μας διαπερνάει με την διαμπερή οξύτητα του με περισσότερη ή λιγότερη ψυχραιμία κάθε φορά. Όλοι μας έχουμε αφεθεί βορά σε αυτήν την μέθη η οποία ριζώνει εμμονικά , όπως και κάθε ανάγκη μας, ακόμα και ανάμεσα στην διαδοχή των σκέψεων μας. Ένα ένστικτο, που ενώ αντιμετωπίζεται συχνά με υπεροψία ως ζήτημα ελάσσονος σημασίας, τροφοδοτεί σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας πράγμα που μας προδίδει η διαχρονική κυριαρχία του στην τέχνη, στην λογοτεχνία, την ποίηση, την ζωγραφική, τον κινηματογράφο.  Ακόμα, λοιπόν, και η ψυχρή πνοή που επιδιώκουμε στο συγκεκριμένο κείμενο θα κουβαλάει τις «ερωτικές προκαταλήψεις» του συγγραφέα, όπως αυτός τις κληρονόμησε από την ίδια την κοινωνία. 

 

Έτσι, ο λανθάνον ρομαντισμός που προσδίδεται πίσω από την πράξη της δολοφονίας δεν μπορεί να χρεωθεί στο ένστικτο του έρωτα. Μπορεί απλά να γνωρίζουμε από το μηδέν ότι αγαπάμε, αλλά κατά την μετουσίωση του ενστίκτου σε συμπεριφορά παρεμβάλει μια πληθώρα κοινωνικών φίλτρων, που αποκομίσαμε από την αλληλεπίδραση μας με τους άλλους ανθρώπους, αλλά και όλοι οι άνθρωποι μαζί από τις συνθήκες στις οποίες ζούμε και διαμορφώνουν το ατομικό και συλλογικό σκέπτεσθαι και πράττειν. Άρα αναγνωρίσουμε, μέσα από αυτήν την συλλογιστική, τις κοινωνικές προεκτάσεις στην καταπράυνση της συνείδησης απέναντι σε μια τέτοια δολοφονία. Αυτή η κοινωνική μεροληψία πατάει, οριακά αυταπόδεικτα,  στα πατριαρχικά χαρακτηριστικά που κληρονομεί το κοινωνικό σώμα από αρχαιοτάτων χρόνων. Η οποία μέσα από την γέννηση της ιδιοκτησίας, μέσα από τις σχέσεις της εργασίας, τις ανάγκες της παραγωγής ανέδειξαν τον άντρα ως κυρίαρχο της γυναίκας, εγκαθιδρύοντας μια ακόμα εξουσιαστική σχέση. Έτσι ενώ ο ερωτικός ανταγωνισμός είναι διάχυτος στην φύση και εν μέρη μπορούμε να αντιληφθούμε κάτι το όμορφο πίσω από αυτόν, ο άντρας στην πατριαρχία αναγάγει το δεύτερο μέλος αυτής της σχέσης, την γυναίκα, σε ιδιοκτησία και όχι απλά την διεκδικεί πλέον ως τέτοια, αλλά καλείται να επιβάλει και τον κοινωνικό της ρόλο όπως αυτός υποδεικνύεται κάθε φορά. Ενώ το να είμαστε παρορμητικοί, υπερβολικοί, ζηλιάρηδες και απερίσκεπτοι είναι αναπόσπαστα χαρακτηριστικά του ερωτευμένου, η πατριαρχία μπορεί να δώσει για μια στιγμή στον άντρα την δυνατότητα να αποφασίσει για την ζωή και τον θάνατο. Σε όλα τα παραπάνω όμως δεν βλέπουμε τον έρωτα σαν συναίσθημα, σαν ένστικτο, να εμπλέκεται με τον όποιο τρόπο, πέρα από την χρησιμότητα της δικαιολογίας. Έτσι σε αυτό το κείμενο καλούμαι να υπερασπιστώ το όνομα του, που σπιλώνεται από την αρρώστια πίσω από την οποία η κοινωνία του κανιβαλισμού αντιλαμβάνεται κάτι ρομαντικό. Μάλλον ο ρομαντισμός αυτός πηγάζει από το ότι ικανοποιείται πλήρως αυτή η τρέλα που η ίδια γεννάει. Καλούμαστε, λοιπόν, να τον υπερασπιστούμε απέναντι στην πατριαρχία, όπως την έφτυσε μέσα από τα σωθικά του ο σύγχρονος καπιταλισμός, το εμπόρευμα, το νοικοκυριό, το θέαμα.  

 

Έτσι: 
    
«Όσο οι γυναίκες και οι άνδρες διαθέτουν τα αισθήματα που διαθέτουν -και μια αλλαγή στο οικονομικό και πολιτικό καθεστώς της κοινωνίας δεν μας φαίνεται αρκετή για να τα μεταβάλει οριστικά- ο έρωτας, την ίδια στιγμή που θα προσφέρει μεγάλη χαρά, θα προσφέρει και μεγάλο πόνο. Με την κατάργηση όλων των αιτιών που θα μπορούσαν να καταργηθούν, ο πόνος αυτός θα μπορούσε να μειωθεί ή να απαλυνθεί, η πλήρης εξαφάνισή του όμως είναι αδύνατη […] Ας καταργήσουμε την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο· ας καταπολεμήσουμε την κτηνώδη παρόρμηση του αρσενικού που πιστεύει πως πρέπει να κυριαρχεί πάνω στο θηλυκό· ας καταπολεμήσουμε τις θρησκευτικές, κοινωνικές και σεξουαλικές προκαταλήψεις· ας εξασφαλίσουμε σε όλους τους άνδρες, γυναίκες και παιδιά, την ευημερία και την ελευθερία· ας διαδώσουμε την μόρφωση και, τότε, θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση λογικά, εάν δεχθούμε ότι δεν θα υπάρχουν πλέον άλλα βάσανα, εκτός από εκείνα του έρωτα» [Ερρίκο Μαλατέστα] 

 

Γιατί δεν σκοτώνει ο έρωτας, σκοτώνει η πατριαρχία…

Leave a Reply